Εάν στην Κορώνη υπάρχει ένας μπάρμπας που διευκολύνει καταστάσεις, στην Ζυρίχη υπάρχει ένας μπάρμπας που ψήνει παραδοσιακά τσουρέκια μαθαίνοντας Ελβετούς και μη τις ελληνικές παραδοσιακές νοστιμιές. Εδώ δεν επικαλείσαι τον μπάρμπα από την Κορώνη, παρά μόνο για να μην τελειώσουν οι λιχουδιές ή το ωραίο, σπιτικό αφράτο παραδοσιακό τσουρέκι του Βárba Zueri, καθώς η ζήτηση είναι μεγάλη και οι ουρές μακριές!
Το Βárba ξεκίνησε πριν περίπου δύο χρόνια από δύο νέους Θεσσαλονικείς στη Ζυρίχη, τον Θωμά Βουρνάζο και την Νίνα Χατζηβασιλείου. Αρχιτέκτονες στο επάγγελμα, θέλοντας να αναδείξουν τα ελληνικά αρτοποιήματα συνδυασμένα με το πάθος του homebaker Θωμά για το φυσικό προζύμι (sourdough και pasta madre) κατασκευάζουν με μεράκι και μυστικά του μοντέρνου ψωμιού παραδοσιακά οικοδομήματα νοστιμιάς!
Πώς αποφασίσατε να αλλάξετε χώρα;
Νίνα: Εγώ νομίζω ότι πάντα ήθελα να φύγω…να αποκτήσω άλλες εμπειρίες από άλλους τόπους. Επηρεασμένη κι ενθουσιασμένη από το εξάμηνο που πέρασα με υποτροφία Εράσμους στο Βερολίνο το 2008-09, έβαλα στόχο γυρνώντας στη Θεσσαλονίκη να ξαναφύγω αμέσως μετά το πτυχίο. Οπότε και το κυνήγησα με την αναζήτηση μιας θέσης πρακτικής άσκησης δύο χρόνια αργότερα. Στόχος μου ήταν να καταφέρω να αποκτήσω επαγγελματική εμπειρία στο εξωτερικό, γιατί θεωρούσα ότι θα μου ήταν πολύτιμη σαν αρχιτέκτονας. Στην Ελλάδα τότε, το 2011, υπήρχε μια αποθαρρυντική στασιμότητα στον κατασκευαστικό τομέα.
Θωμάς: Οι λόγοι για μένα θα έλεγα ότι ήταν κυρίως επαγγελματικοί. Ως visual artist και αρχιτέκτονας, ήθελα να κυνηγήσω κάτι όπου θα είχε καλύτερες επαγγελματικές προοπτικές και μεγαλύτερη αναγνώριση. Μέχρι τότε στην Ελλάδα πολλοί δεν αντιλαμβανόντουσαν καν τι το ιδιαίτερο έχει το αντικείμενο μου, ο αρχιτεκτονικός φωτορεαλισμός - στο εξωτερικό, Ευρώπη & Αμερική, υπήρχαν ήδη εγκαθιδρυμένες εταιρείες και στούντιο που παρείχαν αυτές τις εξειδικευμένες υπηρεσίες.
Πώς προετοιμαστήκατε /τι χρειάστηκε για να έρθετε στην Ελβετία;
Νίνα: Ένα δυνατό αρχιτεκτονικό πορτοφόλιο, κάποιες συνεντεύξεις για δουλειά, τρεις στη Ζυρίχη και μια στη Βασιλεία, ένα αεροπορικό εισιτήριο χωρίς επιστροφή και πολλή όρεξη για εργασία και εκμάθηση του επαγγέλματος, αλλά όρεξη και για το «καινούριο»!
Θωμάς: Η αλήθεια είναι πως η Ελβετία ήρθε μετά από μια αλυσίδα γεγονότων, τόσο επαγγελματικών αλλά και προσωπικών. Δεν ήταν ποτέ δηλαδή η πρώτη μου επιλογή, αν και χαίρομαι που τελικά προέκυψε. Έχοντας επικοινωνία με διάφορα στούντιο αρχιτεκτονικού φωτορεαλισμού σε Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, μου προσφέρθηκε μια θέση από ένα της Ζυρίχης και τη δέχτηκα, αφήνοντας το ατελιέ που διατηρούσα με συναδέλφους στη Θεσσαλονίκη, που όπως πολλά νέα αρχιτεκτονικά γραφεία πάλευε σε μια Ελλάδα στην αρχή της οικονομικής της κρίσης. Περίπου ενάμιση χρόνο αργότερα ίδρυσα το δικό μου arch-viz studio στη Ζυρίχη, τη Slashcube GmbH, το οποίο και διατηρώ ακόμα.
Τι σας λείπει περισσότερο από την Ελλάδα;
Νίνα: Τα αγαπημένα συγγενικά πρόσωπα και η θάλασσα, οι βόλτες στη λεωφόρο Νίκης την ώρα που πέφτει ο ήλιος πάνω από το Θερμαϊκό… Επίσης η δυνατότητα να βγεις για φαγητό αυθόρμητα, χωρίς να έχεις κάνει απαραίτητα κάποια κράτηση πέντε μέρες πριν. Μεγάλη υπόθεση!
Θωμάς: Το καλό, μεσογειακό φαγητό σίγουρα. Συγγενείς και φίλοι, ωραίες συναντήσεις για κρασί, καλοκαίρια στην ακρογιαλιά χωρίς να μετρώ τις μέρες μέχρι την πτήση της επιστροφής. Νομίζω αυτά θα λείπουν πάντα.
Τι σας αρέσει πιο πολύ εδώ;
Νίνα: Η ποιότητα της καθημερινής ζωής και ο σεβασμός των ανθρώπων στα κοινά, η ευκαιρία να ασκώ το επάγγελμα μου με τον τρόπο που μπορώ να το κάνω εδώ και η θέα των χιονισμένων Άλπεων από την Quaibrücke κάθε πρωί στο δρόμο για το γραφείο. Είναι μαγευτική αυτή η εγγύτητα στη φύση. Θωμάς: Η Ελβετία είναι μια πανέμορφη χώρα, με μοναδική φύση και επιλογές για τουρισμό, άσκηση και εξερεύνηση. Είμαι άνθρωπος της περιπέτειας και του βουνού, επομένως είμαι λάτρης αυτού που έχει να προσφέρει αυτή η χώρα. Και κυρίως μου αρέσει που υπάρχει ευκολία και προσβασιμότητα σε όλα αυτά, ανά πάσα στιγμή.
Δυσκολευτήκατε με την γλώσσα/τον διαφορετικό τρόπο ζωής;
Νίνα: Τη γερμανική γλώσσα την κατείχα σε κάποιο καλούτσικο επίπεδο ήδη και μέσω αυτής είχα και μια μικρή επαφή με την κεντροευρωπαϊκή κουλτούρα, γι’ αυτό και στόχος μου ήταν η εγκατάσταση σε μια γερμανόφωνη χώρα/περιοχή. Η ελβετική διάλεκτος ήταν όμως απίστευτα δύσκολη, τον πρώτο καιρό δεν καταλάβαινα τί-πο-τα. Με τα χρόνια την «ξεκλείδωσα» , έκανα και κάποια μαθήματα στο πανεπιστήμιο, και πλέον μπορώ π.χ. να βγάλω μια σύσκεψη όπου οι συμμετέχοντες μιλάνε μόνο ελβετικά! Μερικές φορές όμως ακόμη με δυσκολεύει πολύ, ο καθένας μιλάει διαφορετικά τη διάλεκτο, αναλόγως από ποια περιοχή της χώρας κατάγεται! Ο δε διαφορετικός τρόπος ζωής δεν ένιωσα ποτέ να με δυσκολεύει ιδιαίτερα, αν και έφυγα σε σχετικά νεαρή ηλικία από την Ελλάδα, αμέσως με το που τελείωσα τη σχολή, και μάλιστα με αυτήν τη διάθεση να βιώσω διαφορετικά σκηνικά. Οπότε πιστεύω πως στην περίπτωσή μου έγινε λίγο ευκολότερα η μετάβαση.
Θ.: Η προσαρμογή ήταν δύσκολη και λόγω γλώσσας αλλά κυρίως λόγω διαφορετικής κουλτούρας ανθρώπων. Μπορώ να πω ότι τα πρώτα δύο χρόνια δεν ήταν τα πιο εύκολα για μένα, από πολλές απόψεις. Χρειάζεται θα έλεγα τουλάχιστον μία πενταετία για να βγάλει κάποιος ολοκληρωμένα συμπεράσματα για το πόσο θέλει η δεν θέλει να μείνει σε μια χώρα σαν την Ελβετία.
Θωμάς: Τα γερμανικά σίγουρα δεν είναι το δυνατό μου χαρτί. Η προσαρμογή ήταν δύσκολη και λόγω γλώσσας αλλά κυρίως λόγω διαφορετικής κουλτούρας ανθρώπων. Μπορώ να πω ότι τα πρώτα δύο χρόνια δεν ήταν τα πιο εύκολα για μένα, από πολλές απόψεις. Χρειάζεται θα έλεγα τουλάχιστον μία πενταετία για να βγάλει κάποιος ολοκληρωμένα συμπεράσματα για το πόσο θέλει η δεν θέλει να μείνει σε μια χώρα σαν την Ελβετία.
Πώς θα περιγράφατε την επαγγελματική σας εμπειρία στην Ελβετία; Είναι καλύτερα ή χειρότερα από ότι στην Ελλάδα, και σε τί ακριβώς;
Νίνα: Δεν ξέρω αν μπορώ να συγκρίνω, καθώς δεν έχω ουσιαστική επαγγελματική πορεία στην Ελλάδα. Από όσα έχω ακούσει από εμπειρίες φίλων και συναδέλφων, τα πράγματα είναι σε μεγάλο βαθμό αν όχι τελείως διαφορετικά. Εδώ υπάρχουν πολύ καλές συνθήκες σε πολλά επίπεδα - κατά την άποψή μου πάντα και χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι όλα πάντα ρόδινα. Αλλά όσον αφορά εμάς τους αρχιτέκτονες: υπάρχει καταρχάς ένας σεβασμός στο αντικείμενο και την ιδιότητα μας, υπάρχουν πολλά πρότζεκτ διαφόρων τύπων και μεγεθών με τα οποία μπορείς να ασχοληθείς (και μάλιστα αρκετά δημοσίου χαρακτήρα, π.χ. σχολεία) και πάντα σε απόλυτη συνεργασία με μια πλήρη ομάδα μηχανικών, που ο καθένας κάνει το κομμάτι του και υπάρχει μια ωραία συνδιαλλαγή, οπότε «εκπαιδεύεσαι» και ανάλογα, μαθαίνεις, εξελίσσεσαι καλά σαν επαγγελματίας. Και βέβαια δεν υπάρχει αυτό το αίσθημα της στασιμότητας, υπάρχουν πάντα δυνατότητες ανέλιξης.
Ν.: Υπάρχει καταρχάς ένας σεβασμός ως προς τους αρχιτέκτονες, υπάρχουν πολλά πρότζεκτ διαφόρων τύπων και μεγεθών με τα οποία μπορείς να ασχοληθείς και πάντα σε απόλυτη συνεργασία με μια πλήρη ομάδα μηχανικών, που ο καθένας κάνει το κομμάτι του και υπάρχει μια ωραία συνδιαλλαγή, οπότε «εκπαιδεύεσαι» και ανάλογα, μαθαίνεις, εξελίσσεσαι καλά σαν επαγγελματίας. Και βέβαια δεν υπάρχει αυτό το αίσθημα της στασιμότητας, υπάρχουν πάντα δυνατότητες ανέλιξης.
Θωμάς: Υπάρχει μεν μια έντονη έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού που δυσκολεύει επαγγέλματα σαν το δικό μου, κατά τα άλλα όμως, όπως λέει και η Νίνα, οι συνθήκες εργασίας σε γενικές γραμμές είναι καλύτερες - αναλόγως βέβαια και πού θα πέσεις. Αυτό όμως που κάνει για μένα την Ελβετία πολύ καλύτερη είναι η ευκολία με την οποία μπορείς να ξεκινήσεις και να ασκήσεις το ελεύθερο επάγγελμα ή να ιδρύσεις μια εταιρεία (ή να συνδυάσεις και τα δύο, όπως κάνω για παράδειγμα αυτή τη στιγμή με τη Slashcube και το Βárba). Αντιδιαμετρική διαφορά με ό,τι γνωρίζουμε από την Ελλάδα. Εδώ υπάρχει τρομερή διευκόλυνση όσον αφορά στην επιχειρηματικότητα και μια πληθώρα υπηρεσιών και υποδομών που τη στηρίζουν.
Πώς αποφασίσατε από την αρχιτεκτονική των σπιτιών να περάσετε στην «οικοδόμηση» λιχουδιών;
Θωμάς: Δεν ήταν κάποια απόφαση, απλώς συνέβη! Πάντα είχα μια έμφυτη περιέργεια για τον κόσμο γύρω μου και την τάση να εκδηλώνω έντονο ενδιαφέρον για πράγματα με ιδιαίτερη δυσκολία και με μια ιδιαιτερότητα, ή προβλήματα που έχουν ανάγκη μια δημιουργική προσέγγιση. Έτσι προέκυψαν οι σπουδές αρχιτεκτονικής, η ενασχόληση με τον φωτορεαλισμό, η σπουδή του ψωμιού και του προζυμιού και η πρόκληση του να φτιάξω την ιδανική συνταγή για τσουρέκι που λάτρευα να τρώω από μικρός. Στο δικό μου μυαλό όλα αυτά είναι εντελώς παρεμφερή, υπάρχει μια δημιουργική ρευστότητα που τα συνδέει όλα μεταξύ τους. Οπότε δε βάζω και την ταυτότητα του επαγγέλματος σε κανένα.
Νίνα: Εγώ ξεκίνησα με το να σχεδιάσω το logo και τις ετικέτες για τα μπισκότα που θα έφτιαχνε ο Θωμάς για ένα μαγαζί, στην ουσία του δηλαδή ένα μικρό ντιζάην πρότζεκτ, και κατέληξα να οργανώνω τα pop-up events, συνταγές για brioche σάντουιτς και να στήνω παράλληλα ολόκληρο branding + marketing concept, όσο εκείνος δημιουργούσε - τελειοποιούσε τις συνταγές του και έτρεχε την παραγωγή. Είναι λοιπόν από πολλές απόψεις ένα αρκετά δημιουργικό αντικείμενο, ή τουλάχιστον με τον τρόπο που το στήσαμε εμείς μεταξύ μας, επομένως, ως αρχιτέκτονες και καλοφαγάδες που είμαστε, μας βγήκε πολύ φυσικά!
Πώς αποφασίσατε για το όνομα Βárba;
Θωμάς: Όλοι θυμόμαστε ότι το τετράδιο με τις, συνήθως χειρόγραφες, συνταγές της γιαγιάς ήταν κάτι που όλοι θεωρούσαν πολύτιμο και όλοι ήθελαν να το έχουν. Όταν αποφάσισα να φτιάξω το δικό μου παραδοσιακό τσουρέκι, ενθυμούμενος τα τσουρέκια που έφτιαχνε και η δική μου γιαγιά, και μετά από πολλούς μήνες δουλειάς πάνω στη συνταγή, μου ήρθε η σκέψη πως θα μπορούσε να γίνει η «συνταγή του παππού» που θα αντικαταστήσει τη «συνταγή της γιαγιάς» . Στην Ελλάδα τον παππού τον αποκαλούμε και «μπάρμπα» . Παρόλο που η ιδέα μου είχε φανεί αρχικά αστεία, το όνομα «Μπάρμπα» φάνηκε να ταιριάζει απόλυτα. Είναι κάτι εύηχο, που σου μένει. Κι έτσι, με μια μικρή αλλαγή στα Greeklish, το όνομα Βárba προέκυψε.
Νίνα: …και το γράφουμε με την οξεία για να παραπέμπει στην ελληνική λέξη «μπάρμπας» και να ξεχωρίσει την ιταλική βερσιόν της λέξης Βárba (γενειάδα).
Τι προϊόντα φτιάχνετε; Ποια είναι η σπεσιαλιτέ; Τί είναι αυθόρμητες λιχουδιές;
Θωμάς: Αν το περιέγραφα με έναν όρο, θα έλεγα «ψωμιά πολυτελείας με φυσικό προζύμι» , για να παραπέμψω και στην κατηγοριοποίηση του τσουρεκιού στην Ελλάδα. Προζυμένιο βουτυράτο brioche, προζυμένιο shokupan (γιαπωνέζικο milkbread), πανετόνε με πορτοκάλι-σταφίδα, βέλγικη σοκολάτα ή άλλους συνδυασμούς φρούτων και γεύσεων, soft cookies με βέλγικη σοκολάτα, ψωμί με lievito madre αλλά και νόστιμα σάντουιτς με το brioche μας, τα οποία ψήνονται επιτόπου. Και φυσικά το τσουρέκι δε λείπει ποτέ, το οποίο προς στιγμήν είναι ένα τσουρέκι αργής ωρίμανσης έως και 24ων ωρών αλλά στα σχέδια είναι να γίνει κι αυτό εξ ολοκλήρου με φυσικό προζύμι. Και πριν λίγους μήνες προστέθηκε και η μπουγάτσα στο μενού…
Ν.: Οι αυθόρμητες λιχουδιές έχουν να κάνουν με την επιθυμία μας να υπάρχει διαρκώς μια εναλλαγή, ένας πειραματισμός, και κάθε φορά κάτι καινούριο, αντίστοιχο της εποχής και του θέματος του ποπ-απ. Κάποιες φορές παίρνουμε έμπνευση από ένα ταξίδι ή κάτι που διαβάσαμε ή κάτι που νοσταλγήσαμε από την Ελλάδα. Έτσι προέκυψαν π.χ. τα καλτσούνια, που θα βρει κανείς κατά καιρούς στα ποπ-απ μας (όταν βρίσκουμε μια συγκεκριμένη φρέσκια μυζήθρα), επειδή μια μέρα μας έλειψαν τα λυχναράκια του Blé στη Θεσσαλονίκη και προσπαθήσαμε να τα αναπαράγουμε!
Νίνα: Δεν ξέρω τι από όλα να πρώτο-ονομάσω σπεσιαλιτέ, γιατί σε κάθε ένα βάζει τόσο μεράκι ο σεφ, που δε μπορείς να πεις ποιο είναι το πιο ξεχωριστό! Θα πω όμως το τσουρέκι. Πρώτα απολαμβάνω τη μυρωδιά των μπαχαρικών του, τραβώντας μια δυο δυνατές τζούρες από τη φετούλα μου στη μύτη και μετά τη γεύση στον ουρανίσκο μου. Είναι εντελώς εθιστικό! Οι δε αυθόρμητες λιχουδιές έχουν να κάνουν με την επιθυμία μας να υπάρχει διαρκώς μια εναλλαγή, ένας πειραματισμός, και κάθε φορά κάτι καινούριο, αναθεωρημένο ή αντίστοιχο της εποχής και του θέματος του ποπ-απ. Κάποιες φορές παίρνουμε έμπνευση από ένα ταξίδι ή κάτι που διαβάσαμε ή κάτι που νοσταλγήσαμε από την Ελλάδα. Έτσι προέκυψαν π.χ. τα καλτσούνια, που θα βρει κανείς κατά καιρούς στα ποπ-απ μας (όταν βρίσκουμε μια συγκεκριμένη φρέσκια μυζήθρα), επειδή μια μέρα μας έλειψαν τα λυχναράκια του Blé στη Θεσσαλονίκη και προσπαθήσαμε να τα αναπαράγουμε!
Οι πελάτες σας είναι Έλληνες ή και Ελβετοί; Τι σας λένε οι Ελβετοί όταν δοκιμάζουν ελληνικά προϊόντα;
Νίνα: Και Έλληνες και Ελβετοί και άλλων εθνικοτήτων expats! Οι δε Ελβετοί έχουν μεγάλη περιέργεια να δοκιμάζουν ξένες ή εξωτικές κουζίνες και μια μεγάλη εκτίμηση για την ελληνική, που τη γνωρίζουν από τις διακοπές τους στη χώρα μας. Νιώθουμε μεγάλη υπερηφάνεια όταν μπαίνει Ελβετός πελάτης και ζητάει με λαχτάρα τσουρέκι και μπουγάτσα, γιατί «ξετρελάθηκε την προηγούμενη φορά».
Θ.: Στους Ελβετούς αρέσουν πολύ τα ελληνικά προϊόντα, το τσουρέκι (που στην αρχή μπερδεύουν με το δικό τους Butterzopf, αλλά στην πρώτη δοκιμή γουρλώνουν τα μάτια) η μπουγάτσα, τα μελομακάρονα που φτιάχνει η Νίνα κάθε Χριστούγεννα. Αλλά τη μεγαλύτερη έκπληξη μας την προκαλεί κάθε φορά που Έλληνες παραγγέλνουν τσουρέκι για να το πάνε από τη Ζυρίχη στην οικογένεια τους στη…Θεσσαλονίκη!
Θωμάς: Επειδή η Ζυρίχη είναι και αρκετά διεθνής πόλη πλέον, για το κάθε ένα από τα προϊόντα μας, είτε το ελληνικό τσουρέκι είτε το γαλλικό μπριος είτε το ιταλικό πανετόνε, υπάρχει ένα μεγάλο ενδιαφέρον. Στους Ελβετούς αρέσουν πολύ τα ελληνικά προϊόντα, το τσουρέκι (που στην αρχή μπερδεύουν με το δικό τους Butterzopf, αλλά στην πρώτη δοκιμή γουρλώνουν τα μάτια) η μπουγάτσα, τα μελομακάρονα που φτιάχνει η Νίνα κάθε Χριστούγεννα. Αλλά τη μεγαλύτερη έκπληξη μας την προκαλεί κάθε φορά που Έλληνες παραγγέλνουν τσουρέκι για να το πάνε από τη Ζυρίχη στην οικογένεια τους στη…Θεσσαλονίκη!
Έχετε κάποια συμβουλή για όσους ενδιαφέρονται να έρθουν;
Νίνα: Να μάθουν έστω τα βασικά στη γερμανική γλώσσα (ή τη γαλλική, αν μιλάμε για το γαλλόφωνο κομμάτι της χώρας). Είναι μεγάλο plus και επαγγελματικά αλλά και σε προσωπικό επίπεδο, έχεις άλλου τύπου επικοινωνία με τους ντόπιους, με τους συναδέλφους, τους γείτονές σου. Και να έχουν ανοιχτό μυαλό.
Θωμάς: Κάθε καινούργια αρχή θέλει καλή διάθεση και υπομονή. Καλή διάθεση γιατί σίγουρα έχεις πολλά να μάθεις και να εξερευνήσεις. Από την κουλτούρα, τα ήθη και έθιμα, μέχρι την χώρα την ιδιά, με τα φανταστικά τοπία και τις δυνατότητες της. Υπομονή, διότι σίγουρα όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να γίνουν σε 2-3 χρόνια.
Πώς φαντάζεστε το μέλλον σας; Ποια είναι τα επόμενα σχέδια για το Βárba;
Νίνα: Το μέλλον μου το ονειρεύομαι με μια κουζίνα στο σπίτι που δε θα είναι micro-εργαστήρι αρτοποιίας, αλλά θα ξαναγίνει κανονική κουζίνα! Στοχεύουμε μέσα στο 2024 να βρεθεί ένας χώρος παραγωγής για το Βárba και να εξελιχθεί σε κάτι πιο μεγάλο.
Θωμάς: Εγώ επειδή συνηθίζω να έχω φαντασία λίγο ανεξέλεγκτη, προσπαθώ να αυτοσυγκρατούμαι και να μην δημιουργώ άπειρα σενάρια για το τι μπορεί να γίνει και που μπορεί κάτι να με πάει! Αποφασίζω έτσι πολλές φορές, να μου κάνει το μέλλον εκπλήξεις από μόνο του!
Το Βárba λειτουργεί υπό τη μορφή αυθόρμητων λιχουδιών, θεματικών pop-up αλλά και με παραγγελίες. Η σαλονικιώτικη μπουγάτσα μπλέκεται με το ιταλικό πανετόνε και το γαλλικό μπριος, αλλά η σπεσιαλιτέ και η πρώτη, αυθεντική Βárba συνταγή είναι το μυρωδάτο τσουρέκι με προζύμι αργής ωρίμανσης 20-24 ωρών.
Ακόμα δεν έχουν φυσικό κατάστημα (κλαψ) αλλά δέχονται παραγγελίες online!
Comments